Ψυχική ασθένεια και ετερότητες στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία
Οι περισσότερες σύγχρονες δημοκρατίες είναι πολυσυλλεκτικές και πολυπολιτισμικές. Ωστόσο, η διαφορετικότητα συνεχίζει, ακόμη και σ’ αυτές, να γίνεται αφορμή για ανισότητες και καταπιεστικές συμπεριφορές μεταξύ θεωρητικά ισότιμων μελών μιας κοινωνίας.
Οι ατομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές διαφορές, που ξεφεύγουν από εκείνες που θεωρούνται «φυσιολογικές», τις διαφορές δηλαδή που ορίζουν αρνητικά και την έννοια της ταυτότητας καλούνται ετερότητα. Τα ανοίκεια προς μία ομοιογενή κοινωνική ομάδα χαρακτηριστικά διαμορφώνουν ένα νέο ρατσισμό που τρέφεται με δοξασίες, στερεότυπα, προκαταλήψεις.
Μία μορφή ετερότητας που συγκεντρώνει τα παραπάνω γνωρίσματα εντοπίζει κανείς στον τομέα της ψυχικής υγείας, όπου ο ψυχικά πάσχων συμπυκνώνει την έννοια του «άλλου», του ξένου, της κάθε μειονότητας και καθιστά επιτακτικό τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της κανονικότητας, καθώς και αυτού που της ξεφεύγει δηλαδή της ετερότητας. Αυτή την ετερότητα εξετάζουμε στην συνέχεια, υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής προσέγγισης του λειτουργισμού. Μέσα από μία συνοπτική ανάλυση υπογραμμίζονται οι τρόποι έκφρασης της ετερότητας σε κοινωνικό επίπεδο, το στίγμα της ψυχικής ασθένειας και οι ανισότητες που προκαλεί.
Ακολουθεί η παρουσίαση και αξιολόγηση θεσμοθετημένων θετικών ενεργειών και άλλων ατομικών και θεσμικών δράσεων, που αποσκοπούν στην άρση των ανισοτήτων που επισημάνθηκαν.
Ψυχική ασθένεια και ετερότητα υπό το πρίσμα της κοινωνιολογικής θεωρίας του λειτουργισμού
Στην απόπειρα αποτύπωσης της κοινωνιολογικής θεωρίας του λειτουργισμού στην ετερότητα της ψυχικής ασθένειας, διαπιστώνει κανείς ότι η ετερότητα αυτή προκαλεί κοινωνική δυσλειτουργία από τη στιγμή που ένα άτομο, ο ψυχικά πάσχων, δεν απομονώνεται πλέον στο άσυλο, αλλά εισβάλλει και διαταράσσει τη ζωή της κοινότητας: τον τόπο δουλειάς, τον δημόσιο χώρο και κυρίως την οικογένεια (Μακρυνιώτη 2012 ; Βρετός 2013). Από την στιγμή δηλαδή που στο επίκεντρο της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης (Πρόγραμμα Ψυχαργώς) βρέθηκε στην Ελλάδα η μεταφορά των ψυχικά ασθενών από τα άσυλα στις κοινοτικές δομές: ξενώνες, προστατευόμενα διαμερίσματα, φιλοξενούσες οικογένειες, κ.α.
Το πρόβλημα προκύπτει επειδή η λειτουργία της ζωής της κοινότητας στηρίζεται σε δεδομένους κανόνες, που, όπως παρατηρεί η Τσεβρένη (2012), « […] ενώ το άτομο που θέτει σε κίνδυνο την ομάδα είναι το ίδιο ευάλωτο σε αυτό το άνοιγμα που συμβαίνει, η ομάδα χάνει το έδαφος και την ασφάλειά της, επέρχεται σύγχυση, οργανωτική αποδιοργάνωση, χάος».
Στο πλαίσιο, λοιπόν, της κοινότητας, της οικογένειας ή του εργασιακού περιβάλλοντος, οι οικείοι «άλλοι», με τους οποίους ο ψυχικά ασθενής βρίσκεται σε αλληλεπίδραση, προκειμένου να διατηρήσουν την κοινωνική ισορροπία θα χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο για να τον ελέγξουν, ακόμη και αν το μέσο αυτό εκφραστεί κοινωνικά, με την πρόκληση ανισοτήτων, που συμπυκνώνονται στον όρο «κοινωνικός ρατσισμός». Αυτό ίσως συμβαίνει επειδή οι ψυχικά ασθενείς, εκτός από την ίδια τη νόσο έχουν να αντιμετωπίσουν το κοινωνικό στίγμα, την προκατάληψη και το φόβο της κοινωνίας.
Όπως επισημαίνει ο Συνήγορος του πολίτη στη χώρα μας όσοι έχουν ψυχικά προβλήματα θεωρούνται δυνάμει επικίνδυνα πρόσωπα και όχι ασθενείς. Δεν είναι τυχαίο γεγονός η δέσμευση τους με χειροπέδες και η μεταφορά τους σε νοσοκομείο ή ψυχιατρική κλινική με περιπολικό της Αστυνομίας και όχι με το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ (Ζιώζιου 2009).
Καθοριστικός είναι ο φοβικός ρόλος μερίδας των Μ.Μ.Ε., που αντιμετωπίζουν τον ψυχικά ασθενή όχι ως έναν άνθρωπο που χρήζει υποστήριξης και μπορεί να εντάσσεται στην κοινωνία και την παραγωγή, αλλά ως μανιακό, που διαπράττει εγκλήματα. Τις στερεοτυπικές αυτές αντιλήψεις συμμερίζεται η Ε.Ν. , μια μακροχρόνια ψυχικά ασθενής στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Πέτρας Ολύμπου: «Οι άνθρωποι με αντιμετωπίζουν με αποστροφή και σιωπή. Κρατούν αποστάσεις ίσως επειδή φοβούνται αυτό που αγνοούν. Αισθάνομαι ότι έχω τεθεί στο περιθώριο της κοινωνίας» θα μας πει χαρακτηριστικά.
Ο Διευθυντής της Ιατρικής Υπηρεσίας του Ψ.Ν.Π.Ο. Παναγιώτης Μπερεδήμας, υπογραμμίζει από την πλευρά του: «Η κοινωνική αδιαφορία, το λεγόμενο κοινωνικό στίγμα δεν έχει ξεπεραστεί. Υπάρχει και το συντηρεί η ψυχοσωματική εικόνα των ασθενών (π.χ. είναι υπέρβαροι λόγω βουλιμίας ή εμφανίζουν πολλαπλές παθήσεις εξαιτίας της παρενέργειας των φαρμάκων). Επίσης, η παλιά δοξασία ότι ο σχιζοφρενής απειλεί το κοινωνικό σύνολο υφίσταται, παρά το γεγονός ότι οι ψυχικά πάσχοντες που λαμβάνουν θεραπεία έχουν πολύ μικρότερο βαθμό επικινδυνότητας από τους «υγιείς» της κοινότητας. Οι παράγοντες αυτοί οδηγούν στην σταδιακή απομόνωσή τους απ’ το κοινωνικό σύνολο».
Πέρα όμως από την απομόνωση, το κοινωνικό στίγμα προκαλεί μια σειρά καθημερινών προβλημάτων: π.χ. δεν τους παρουσιάζονται ευκαιρίες απασχόλησης, λόγω της αρνητικής στάσης των εργοδοτών, ενώ γενικότερα, η ψυχική υγεία και οι ψυχικές διαταραχές αντιμετωπίζονται ως δευτερεύον θέμα σε σχέση με την σωματική υγεία και μάλλον παραμελούνται.
Ακόμη και τα αυτονόητα δικαιώματα των ψυχικά ασθενών, που ενδεχομένως περιόριζαν τον ετεροκαθορισμό τους, παραβιάζονται, όπως προκύπτει από δύο πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που καταδίκασαν την Ελλάδα για τις διαδικασίες ακούσιας ψυχιατρικής νοσηλείας και παράνομης στέρησης της προσωπικής ελευθερίας των ψυχικά ασθενών (Φυτράκης 2011). Δικαιώματα, μεταξύ των οποίων είναι το δικαίωμα στην ίδια τη ζωή και αλήθειες αυταπόδεικτες (π.χ. όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι) παραβιάζονται κατάφωρα.
Στο πλαίσιο του λειτουργισμού, η εστίαση σε μία πιο συστηματική διαδικασία κοινωνικοποίησης των ψυχικά ασθενών ενδεχομένως να προωθούσε την βελτίωση της κοινής συμβίωσης και προόδου στην κοινότητα (Βρετός 2013 ; Giddens 2002). Όπως μάλιστα θα δούμε παρακάτω η κοινωνική συναίνεση, η οποία αποτελεί θεμέλιο της κοινωνίας της σταθερότητας, θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσα από θετικές ενέργειες και δράσεις που αποσκοπούν στην επίλυση των ανισοτήτων που επισημάνθηκαν.
Ενέργειες αντιμετώπισης του στίγματος της ψυχικής ασθένειας
Μέσω εκθέσεων και εκδόσεων, το Υπουργείο Υγείας συνεργάζεται με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, με σκοπό να τεθεί η ψυχική ασθένεια ως προτεραιότητα στην συνείδηση του κοινού και να μειωθούν τα αρνητικά επακόλουθα (Ζαχαριάς 2004).Στο πλαίσιο αυτό, η αποϊδρυματοποίηση, δηλαδή η νέα τάση μη απομόνωσης των ψυχικά ασθενών στο άσυλο και η μεταφορά τους σε δομές στην κοινότητα, παρά τα προβλήματα που προαναφέρθηκαν, δεν παύει να συνιστά μία αφετηρία ουσιαστικής θεσμοθετημένης από την πλευρά της πολιτείας θετικής ενέργειας, που συμβάλλει εν μέρει στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων.
Σύμφωνα με τον Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας του Ψ.Ν.Π.Ο. Παναγιώτη Μπερεδήμα: «Για να ολοκληρωθεί θετικά αυτή η ψυχιατρική μεταρρύθμιση σημαντική ήταν και είναι – προς όφελος των ασθενών – η συνεχής επιμόρφωση του προσωπικού (γιατρών, νοσοκόμων, κ.ο.κ.), ενώ καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η δημιουργική αξιοποίηση κονδυλίων από προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. η μεταφορά των ασθενών έγινε σε εγκαταστάσεις όπου επικρατούν ιδανικές, σε επίπεδο υποδομών συνθήκες διαβίωσης) ».
Στις θετικές, αν και αποσπασματικές, δράσεις που αποσκοπούν στην άρση των ανισοτήτων συμπεριλαμβάνεται η ίδρυση συλλόγων φίλων των ψυχικά ασθενών σε αρκετές περιοχές της χώρας. Σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται ο σύλλογος φίλων του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Πέτρας Ολύμπου «Αλκυονίδα». Ο πρόεδρος του Δ.Σ. Ιωάννης Νταμπώσης τονίζει χαρακτηριστικά: «Στόχος μας είναι η οικοδόμηση μίας θετικής εικόνας για τον ψυχικά ασθενή, η ευαισθητοποίηση της τοπικής κοινωνίας, ώστε να μειωθεί το κοινωνικό στίγμα και οι διακρίσεις που επιφέρει. Έτσι λοιπόν, οργανώνουμε ημερίδες, εκδίδουμε ενημερωτικό υλικό, δημιουργήσαμε χορωδία κ.ο.κ. Επιδιώκουμε την καλλιέργεια των δεξιοτήτων των ασθενών, με την παράλληλη σύσφιξη σχέσεων αλληλεγγύης με την ευρύτερη κοινότητα και τα μέλη της».
Προς αυτή την κατεύθυνση κινούνται και «οι κυνηγοί στίγματος», ένα δίκτυο ευαισθητοποιημένων πολιτών, που υλοποιείται από το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας και στοχεύει στην άρση των τειχών της προκατάληψης και των διακρίσεων, όπως αυτές αποτυπώνονται στα Μ.Μ.Ε. Ειδικότερα, «οι κυνηγοί στίγματος» εντοπίζουν το υλικό που στιγματίζει και αποστέλλουν επιστολές «διαμαρτυρίας» στα Μ.Μ.Ε., υπογραμμίζοντας τις δυσμενείς επιπτώσεις που έχει αυτό στις ζωές των ασθενών.
Καθίσταται, συνεπώς, αναγκαία η συνεργασία των εμπλεκομένων με την ψυχική υγεία φορέων με τα Μ.Μ.Ε. Από την στιγμή που ο έντυπος και ηλεκτρονικός τύπος είναι αποτελεσματικός στο να δημιουργεί στάσεις και ο ρόλος του ως δρώντος υποκειμένου απορρέει από την εστίαση που επιβάλλει σε ορισμένα θέματα, είναι σημαντικό η είδηση που διαχέεται για τον ψυχικά ασθενή, να μην οδηγεί σε αρνητική αξιολόγησή του από το κοινό (Neveu 2010 ; Σεραφετινίδου 1995).
Επιπλέον, παρ’ ότι στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά τη νομοθεσία υφίσταται ένα επαρκές θεσμικό πλαίσιο που εγγυάται τα δικαιώματα των ψυχικά ασθενών (π.χ. στην απασχόληση, στη διαχείριση της περιουσίας τους), αυτό δεν σημαίνει ότι τα δικαιώματα αυτά ασκούνται (Ζαχαριάς 2004). Σύμφωνα μάλιστα με τον Φυτράκη (2011) «πρόκειται για παράθεση νομικών προβλέψεων χωρίς αντίκρισμα [….], αφού ο ψυχικά ασθενής […] δεν μπορεί να διεκδικήσει. Δεν ακούγεται όσο και αν φωνάζει». Εναπόκειται ίσως στην ίδια την κοινωνία και τους θεσμούς της να οργανώσει το περιβάλλον ουσιαστικής άσκησης των δικαιωμάτων των ασθενών. Η διδασκαλία της προαγωγής και πρόληψης της ψυχικής υγείας στα σχολεία και η δημιουργία στις τοπικές κοινωνίες ενός «μετώπου» λογικής ενάντια στο στίγμα της ψυχικής ασθένειας (αποτελούμενου από τοπικές αρχές, εργαζόμενους, ασθενείς, την εκπαιδευτική κοινότητα), είναι προτάσεις που μπορούν να συμβάλλουν στην άρση της στερεοτυπικής αντίληψης για τα άτομα με ψυχική διαταραχή και να αποτελέσουν αντίδοτο στην καταπολέμηση των ανισοτήτων και του κοινωνικού αποκλεισμού (Κωτούλας & Γκόλτσιος 2003).
Τέλος, επειδή όλοι μας έχουμε και δημιουργούμε τη δική μας ατομικότητα μέσα από δραστηριότητες που διαμορφώνουν τον κοινωνικό κόσμο που μας περιβάλλει, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε το πρόβλημα των ψυχικά ασθενών, να υποστηρίξουμε οργανώσεις που μάχονται το στίγμα, να ενθαρρύνουμε την ανάπτυξη αισθήματος προσωπικής ευθύνης απέναντι στις στερεοτυπικές αντιλήψεις.
Νικηφόρος Γκόλτσιος
Δημοσιογράφος – Μέλος ΕΣΗΕΜΘ
Νοέμβριος 2013